- Σχοινάτας
- Σχοινάτας, ὁ, epith. of Asclepius ἐν τῷ Ἕλει, IG5(1).602.10 (Sparta, iii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Σχοινάτας — ὁ, Α [σχοῑνος] προσωνυμία τού Ασκληπιού στη Σπάρτη … Dictionary of Greek